the joy of killing
Στο λεωφορείο μετά από μία εξαντλητική μέρα/ βδομάδα/ περίοδο απολαμβάνω το ξεφύλλισμα του καινούριου μου βιβλίου. Πίσω μου Έλληνες, δε γυρίζω να δω - με το ψώνιο του Έλληνα που ζει στο εξωτερικό και αποφεύγει κάθε ομοεθνή, δεν τολμώ να κοιτάξω ποτέ, εκτός και αν πρόκειται για καμία χαροκαμένη γιαγιούλα. Αυτή τη φορά είναι ένα ζευγάρι και τσακώνονται. Αυτός ακούγεται πληγωμένος, μιλάει σα να βομβαρδίζει, ασταμάτητα. Εκείνη απαντά ψυχρή, σχεδόν λοβοτομημένη. Με την πονηριά του ωτακουστή σκέφτομαι πως μάλλον έχει βρει ήδη άλλον. Το μελό πνεύμα των ημερών με κάνει ακόμα να σκέφτομαι τι κρίμα τα πράγματα να φτάνουν έως εδώ, να τσακώνεσαι και να πονάς για κάτι που απλώς δε θα έχεις. Σύντομα με επαναφέρει στην πραγματικότητα η επιθετική φωνή του τύπου: φαίνεται πως το κύριο του παράπονο είναι πως όταν μένει στο σπίτι της δε βρίσκει ποτέ καθαρό πηρούνι ή κουτάλι. Το επαναλαμβάνει δύο-τρεις φορές. Όσες φορές και αν το πει, εξακολουθεί να μου φαίνεται το πιο παράξενο πράγμα που έχω ακούσει. Όταν εκείνη του λέει «μα καλά, πού είναι το πρόβλημα; γιατί δεν μπορείς να το πλύνεις;» εκείνος εξάπτεται περισσότερο δηλώνοντας πως «αν φέρεται κάποια στον γκόμενό της έτσι, αυτό κάτι φανερώνει για την σχέση». Δεν αναλύει τι. Κάπου εκεί η μελαγχολία μου γυρνά σε ελαφρά κατάθλιψη, βυθίζομαι στις σελίδες μου και προσπαθώ να μπλοκάρω τις φωνές. Αυτές όμως ακούγονται όλο και πιο καθαρά σαν να δυνάμωσαν ή σαν ο θόρυβος από τη μηχανή του λεωφορείου να έχει αμβλυνθεί. Η συζήτηση έχει πλέον εκτροχιαστεί εντελώς, σε άδεια ψυγεία χωρίς αρκετά υλικά για πρωινό, για τη μία και την άλλη ασημαντότητα, απλώς για να σκοτώνει λίγο ο ένας τον άλλο σαδιστικά. Αισθάνομαι αηδία. Δικιά μου υπερευαισθησία; πάντως αισθάνομαι πως δεν μπορώ να καταπιώ.
Σε λίγο όλη η κουβέντα σταματά, συμφωνούν ότι εδώ πρέπει να κατέβουν, στην ίδια στάση με εμένα, μετά απ’ ό,τι έχει ειπωθεί, πάνε για φαγητό στη διάσημη pub της γωνίας. Τους αφήνω να κατέβουν πρώτοι και τους παρατηρώ. Όμορφα παιδιά, είναι και οι δυο τους κάτωχροι. Αναρωτιέμαι αν στράγγισε κιόλας το αίμα ή αν δεν υπήρχε εκεί ποτέ.
9 Comments:
ωραίο κείμενο, σωστή η απορία...
ωραίο όντως.
(που την βρήκες αυτή τη γραμματοσειρα; θέλω κι εγώ)
:)
oi dyo grammatoseires poy xrhsimopoiountai einai Georgia kai Trebuchet (tis dinei tsampa h microsoft sto microsoft.com/typography
εμ, δεν είμαι σίγουρη. η γραμματοσειρά είναι μία, την εβγαλε αυτόματα το word της δουλειάς όταν έκανα switch σε ελληνικά και την ονομάζει sylfaen.
To sylfaen einai:
a. Antiviotiko
b. Font
c. Xilaren se alli glwssa
d. Happy hapi
e. Eksotiki saltsa manitariwn
f. Tipota apo ta parapanw
g. Den ksero, den apanto
@ionk: hahahaha!!!!
to c to skeftika kai egw alla mou fanike poly pswnismeno na to grapsw!
hihi!
Πολύ ωραίο κείμενο, tienes que dedicarte a la literatura, o al periodismo... ¿observabas a la gente del mismo modo aquí?
Μερικές φορές, ακόμα κι ένα λεωφορείο στη μέση του δρόμου είναι πιο φιλόξενη πατρίδα απ' αυτήν που υποτίθεται ότι θα πρέπει να μας λείπει.
Είτε αυτή είναι μία χώρα, είτε ένα βρώμικο μαχαιροπήρουνο.
Φιλιά πολλά και καλό βράδυ μικρή μου.
@noel: no tengo ni idea! mi imagino que si...
@mind: γεια σου, μάηντ!
Post a Comment
<< Home